Ο Κώστας Φορτούνης παραχώρησε συνέντευξη στην εφημερίδα «Τα Νέα» όπου ρωτήθηκε για πολλά θέματα τόσο για την προσωπική του ζωή όσο και για τον Ολυμπιακό.
Στα του Ολυμπιακού ρωτήθηκε αρχικά για την επιστροφή του στην Ελλάδα μετά το πέρασμα του από την Γερμανία και τις προτάσεις από Ολυμπιακό, ΠΑΟΚ, Παναθηναϊκό και ΑΕΚ με τον ίδιο να τονίζει:
«Είχα προτάσεις από όλους εκείνες τις ημέρες. Θυμάμαι ότι ο Ζήσης Βρύζας του ΠΑΟΚ μου τηλεφωνούσε καθημερινά. Μου έδιναν το “10” στην πλάτη.
Μιλούσα και με τον Γιάννη Αναστασίου που ήταν τότε προπονητής του Παναθηναϊκού, είχα μιλήσει με τον ιδιοκτήτη της ομάδας. Εγώ όμως ήθελα να γυρίσω στον Ολυμπιακό. Στο σπίτι μου. Και ας ήξερα ότι εκεί υπάρχει μία πολύ πιο ισχυρή ομάδα, που μόλις είχε πάρει το πρωτάθλημα και είχε φτάσει ως τους “16” του Τσάμπιονς Λιγκ. Καταλάβαινα πως θα έπρεπε να ανταγωνιστώ σπουδαίους παίκτες. Ότι δεν θα ήταν εύκολο.
Ήθελα όμως να παίξω στον Ολυμπιακό. Το ονειρευόμουν από μικρό παιδί. Ένιωθα πάντα πως μία μέρα θα γυρίσω. Ή απλά το ήθελα τόσο από τότε που μάζεψα τα πράγμα μου και έφυγα από τον Ρέντη. Με πείραξε πολύ που έφυγα έτσι. Όταν ο μάνατζέρ μου λοιπόν, μου είπε πως τηλεφώνησε ο κύριος Μαρινάκης για τον Ολυμπιακό, τελείωσαν όλα. Ή κατά έναν τρόπο μάλλον άρχισαν όλα».
Για τους προπονητές του στον Ολυμπιακό:
«Όταν ήρθα στον Ολυμπιακό, προπονητής ήταν ο Μίτσελ. Δεν με υπολόγιζε στο πλάνο του για τους βασικούς. Είχε τον Τσόρι που είχε κάνει φανταστική χρονιά. Είχε μία ομάδα έτοιμη. Δεν πήρα ευκαιρίες. Έφυγε τον Γενάρη, και ανέλαβε ο Βίτορ Περέιρα. Με εκείνον άλλαξαν όλα. Με εμπιστεύτηκε, μου έδωσε χρόνο συμμετοχής. Με πίστεψε. Το ίδιο έγινε και με τον Μάρκο Σίλβα που ήταν ο προπονητής την περίοδο 2015-16. Τότε έκανα την καλύτερη σεζόν μου. Μέχρι τη φετινή. Και φυσικά σε αυτό έπαιξε ρόλο ο Πέδρο Μαρτίνς.
Μου μίλησε από το καλοκαίρι, μου εξήγησε ότι θέλει να επενδύσει σε εμένα. Μου έδωσε ελευθερία. Αρέσει στους Πορτογάλους το καλό ποδόσφαιρο. Και μοιάζουν με εμάς σαν άνθρωποι. Στον τρόπο που σκέφτονται, που λειτουργούν. Έχουν έναν τρόπο να παίζεις και για εκείνους. Και εγώ στα αλήθεια φέτος ένιωσα πως παίζω και για τον κόουτς. Από την άλλη αισθάνομαι πιο ώριμος. Και καλύτερος ποδοσφαιριστής. Αισθάνομαι πως βοηθώ περισσότερο την ομάδα».
Για τη φετινή παρουσία του Ολυμπιακού:«Καταφέραμε πολλά. Βελτιωθήκαμε πολύ. Έχουμε σχηματίσει μία ομάδα-βάση για τα επόμενα χρόνια. Χτίστηκε κάτι που μπορεί να φέρει επιτυχίες για χρόνια. Η πρόκριση επί της Μίλαν θα μείνει στην Ιστορία. Διεκδικήσαμε όλους τους τίτλους. Ήμασταν άτυχοι όμως σε καθοριστικά ματς. Φτιάχναμε φάσεις και δεν έμπαινε η μπάλα μέσα. Και αυτό μας στοίχισε. Την ομάδα που φτιάξαμε την πιστεύω πολύ. Το κατάλαβα από το καλοκαίρι όταν ξεκινήσαμε. Δεν θα άλλαζα πολλά σε εκείνη λοιπόν».
Για τη φιλία του με τον Βασίλη Σπανούλη:«Όταν γύρισα στον Ολυμπιακό ζήτησα μία φανέλα του, από έναν κοινό μας φίλο φυσικοθεραπευτή. Μου την έστειλε, και τον ευχαρίστησα με ένα μήνυμα στο κινητό του. Κάπως έτσι ξεκίνησε. Αρχίσαμε να βγαίνουμε παρέα για καφέ. Γνώρισα την οικογένειά του. Γίναμε φίλοι. Είναι φανταστικός άνθρωπος ο Billy. Πολύ μεγάλος αθλητής. Αρχηγός. Σπουδαίος.
Άλλαξε την ιστορία του μπάσκετ με την απόφασή του να φύγει από τη σιγουριά του στον Παναθηναϊκό και να έρθει στον ολυμπιακό που τότε είχε μία δεκαετία μακριά από τους στόχους του. Ο απόλυτος ηγέτης. Παράδειγμα. Αναζητά διαρκώς νέα κίνητρα. Βάζει σταθερά τον πήχη πιο ψηλά. Για εμένα αυτό είναι το μυστικό. Το να βάζεις κάθε φορά έναν νέο στόχο. Έχει καταφέρει απίστευτα πράγματα. Και θα πετύχει κι άλλα. Γιατί έτσι είναι ο Billy.
Για την παρουσία του στις εξέδρες του ΣΕΦ και πώς είναι ως φίλαθλος: «Αυστηρός είμαι μάλλον. Μου αρέσει πολύ το μπάσκετ και πιστεύω ότι το καταλαβαίνω αρκετά. Μου τη… δίνει στο εύκολο λάθος, αλλά ξέρω πώς είναι και τέλος πάντων νομίζω ότι κρατάω ένα επίπεδο».
Για το μέλλον του: «Εδώ. Ολυμπιακός και Εθνική!».